Wednesday, February 20, 2013

Το Δέντρο 3


Στο δίωρο που πέρασε και που μάταια προσπαθούσα να συνεφέρω την μητέρα μου, πέρασαν αρκετές σκέψεις από το μυαλό. Πρώτη απ' όλες, να ειδοποιήσω κάποια θεία μου. Ήρθε και έφυγε αυτή η σκέψη, γιατί γνωρίζοντας καλά την οικογένειά μου, και ειδικά τις θείες μου, ήξερα ότι μια λιποθυμία (όσο σοβαρός και να ήταν ο λόγος, που δεν ήξερα καν ακόμη) θα κατέληγε σε ένα μικρό δράμα. Έτσι προσπάθησα να την συνεφέρω μόνος μου. Η επόμενη σκέψη που μου πέρασε από το μυαλό ήταν γιατί να λιποθυμήσει μόλις της είπα το χρώμα των φύλλων; Ήταν τόσο τραγικό που ήταν καφέ τα φύλλα; Μάλλον… τι ήξερε η μητέρα μου και τι μου κρατούσε κρυφό για τον προπαππού μου τόσα χρόνια; Διάφορες σκέψεις πέρασαν από το μυαλό μου, τόσες πολλές που δεν κατάφερα να συγκρατήσω καμία Έτσι πέρασαν δυο ώρες και έτσι με βρήκε τελικά η μητέρα μου, καθισμένος δίπλα της να κοιτάζω το κενό και να σκέφτομαι πιθανά σενάρια για το τι μπορούσαν να σημαίνουν τα καφέ φύλλα. Λίγο μετά που συνήλθαμε και οι δύο, στο τραπέζι της κουζίνας, την ρώτησα.
"Τι σημαίνουν τα καφέ φύλλα;". Πήρε μια βαθιά ανάσα, την έβγαλε, και ο χρόνος που έκανε να μου απαντήσει μου φάνηκε μια αιωνιότητα. "Δεν πρέπει να κοιμηθείς απόψε. Ότι και να κάνεις, δεν πρέπει να σε πάρει ο ύπνος σήμερα". Σίγουρα υπήρχε μια τρέλα σε όλη την ιστορία. Σίγουρα υπήρχε και ιστορικό τρέλας στην οικογένειά μου… γι' αυτό ήμουν απόλυτος πια, μετά από αυτά που είχαν συμβεί σήμερα. Παρ' όλα αυτά κάτι μέσα μου φώναζε πως η μητέρα μου είχε δίκιο, πως έπρεπε να κάνω ότι λέει, πως δεν έπρεπε να την αμφισβητώ. Ίσως ήταν το μικρό παιδί μέσα μου, προγραμματισμένο να υπακούει τους γονείς του και να μην κάνει διαφορετικά. Ίσως ήταν μια βαθιά γνώση ότι η μητέρα μου ήξερε τι μου έλεγε, και ότι η τρέλα, τελικά δεν ήταν τρέλα, αλλά αλήθεια. Ίσως ήταν φόβος τελικά. Εν τέλει, αποφάσισα να ακολουθήσω τη συμβουλή της μητέρας μου. Της είπα αν ήθελε να το πει σε κάποιον. Το "Όχι!" βγήκε από τα χείλη της πριν καν ολοκληρώσω την πρότασή μου. Δεν το συνέχισα.
Υπάρχουν λίγα πράγματα που μπορείς να κάνεις στο χωριό για να περάσεις τη μέρα σου, και τα έκανα όλα. Χάζεψα στο Ίντερνετ, είδα ταινίες, άκουσα μουσική, διάβασα, έπαιξα 30 γύρες πασιέντζα, έχασα 10 φορές από τον υπολογιστή στο σκάκι αλλά όλη την υπόλοιπη μέρα δεν μίλησα με την μητέρα μου. Ήταν σαν να είχαμε κάνει κάποια ιερή συμφωνία το πρωί ότι μέχρι να περάσει αυτή η βραδιά δεν θα μιλάγαμε μεταξύ μας, ότι κάπως έτσι θα γλίτωνα ότι είναι να γλιτώσω (αν δηλαδή υπήρχε κάτι να γλιτώσω) Κάποια στιγμή, χαμένος σε ένα από τα παιδικά μου βιβλία, σήκωσα το βλέμμα μου και είδα ότι είχε σκοτεινιάσει. Η μητέρα μου επέμενε να μείνω στο δωμάτιό μου, εκεί μέσα θα έπρεπε να ξαγρυπνήσω και επέμενε να μείνει μαζί μου, οπότε τώρα ήταν δίπλα μου καθισμένη και εκείνη μ' ένα βιβλίο στα γόνατά της και κοίταζε και εκείνη το σκοτάδι που είχε πέσει έξω από το παράθυρο. Γύρισε και με κοίταξε, και ήξερα ότι το βλέμμα της μου έλεγε "ετοιμάσου", μόνο που δεν ήξερα γιατί, για πιο πράγμα.
19:30. Τελείωσα τις 20.000 Λεύγες και ξεκίνησα το Από τη Γη στη Σελήνη.
23:30. Ταξίδεψα μαζί με τον Βερν και όταν τελείωσα και αυτό το βιβλίο γύρισα να κοιτάξω την μητέρα μου, η οποία είχε αποκοιμηθεί στην καρέκλα. Ένιωθα τα μάτια μου βαριά, το κορμί μου… βαρύ. Με το ζόρι σηκώθηκα και σκέπασα με τη κουβέρτα μου την μητέρα μου. Ξανακάθισα εξουθενωμένος στην καρέκλα μου, στα πόδια μου ένα ταιριαστό βιβλίο για την περίσταση… Stephen King, The Stand. Το βιβλίο που με είχε κάνει να ξενυχτίσω κάποτε και που σίγουρα θα ήταν ότι έπρεπε τώρα.
01:30. Ατελείωτες οι σελίδες διαδεχόντουσαν η μία την άλλη. Κεφάλαιο το κεφάλαιο, χαρακτήρας μετά από χαρακτήρα. Ο ήχος που έκαναν οι σελίδες καθώς τις γύρναγα μου φαινότανε εκκωφαντικός. Τα μάτια μου ήταν δυο πύρινες μπάλες και ένιωθα τώρα όλες τις τρίχες του σώματός μου να έχουν ξεσηκωθεί. Ο αυχένας μου ήταν ένα σιδερένιο παλούκι που κράταγε ένα βαρύ κεφάλι όρθιο. Εξάντληση. Επόμενη σελίδα.
03:00. Απελπισία. Απελπισία. Απελπισία.
04:25.
04:26.
04:… Χμμ… Το ρολόι ήταν περίεργο. Δεν… δεν έδειχνε πια την ώρα, και για κάποιο λόγο έκανε κρύο πάλι. Μάλλον ήμουν σε μια ενδιάμεση κατάσταση ύπνου- ξύπνιου. Σε μία υπνοτική νιρβάνα όπου ονειρευόμουν με ανοιχτά τα μάτια, σε έναν διαστρεβλωμένο κύκλο REM. Σίγουρα όχι κάτι καλό, αφού το επόμενο βήμα θα ήταν να με πάρει ο ύπνος. Και δεν θέλαμε να με πάρει ο ύπνος. Χμμ… Το ρολόι ήταν περίεργο, και σίγουρα… σίγουρα κανείς δεν είχε αφήσει το παράθυρο ανοιχτό πριν. Όχι, όχι… κανείς δεν θα έκανε κάτι τέτοιο έτσι; Μα κι όμως. Το παράθυρο ήταν ανοιχτό και γι' αυτό έκανε και κρύο τώρα. Και… α ναι… φυσικά. Φύλλα στο πάτωμα. Τα ίδια καφέ φύλλα στο πάτωμα. Χα! Μάλλον τελικά δεν τα κατάφερα να μείνω ξύπνιος.

"Όχι."

Η φωνή του προπάππου μου… έμοιαζε πάρα πολύ με τη δική μου.
Το χέρι του… πάνω στο δικό μου, ήταν αρκετά ζεστό για νεκρό. Παράξενο.

No comments:

Post a Comment