Saturday, November 13, 2010

Black Noise - White Rain part 1


Kλείνω τα μάτια... στην αρχή βλέπω όπως πάντα, μόνο το σκοτάδι. Σκοτάδι παντού, να απλώνεται και εγώ να χάνομαι μέσα του. Για λίγο υπάρχει μόνο αυτό, μετά νοιώθω τα μάτια μου να τρεμοπαίζουν μέσα στα βλέφαρα μου, διαμαρτύρονται που τα έκλεισα εκεί μέσα ενώ εκείνα θέλουν να μείνουν ανοιχτά για να ονειρευτούν, είμαι σίγουρος, όχι για να δουν τον κόσμο. Μέσα στο σκοτάδι αρχίζουν να εμφανίζονται σχήματα... τετράγωνα, πολύεδρα, κύκλοι, αλλάζουν όλα τα χρώματα και σιγά σιγά το ένα σχήμα διαδέχεται το άλλο. Οι κύκλοι γίνονται πολύεδρα, τα τετράγωνα, κύκλοι και κάθε λίγο αλλάζουν χρώματα. Μια ψυχεδέλεια χρωμάτων λαμβάνει χώρο μέσα στα κλειστά μου βλέφαρα και δυστυχώς ο μόνος που το βλέπει είμαι εγώ. Πως θα μπορούσα άραγε να το δείξω και σε κάποιον άλλον; Το βλέπει άραγε και κάποιος άλλος;
   Τα σχήματα χάνονται και γίνονται απλές γραμμές, ευθείες στην αρχή και μετά καμπύλες. Αλλάζουν και αυτές χρώματα και τώρα έρχονται και φεύγουν σαν τα κύματα στην ακτή. Πολύχρωμα κύματα. Χάνεται και αυτό. Τώρα είναι το αγαπημένο μου σημείο. Έξω έχει ξεκινήσει να βρέχει, αλλά τώρα είναι η στιγμή που απολαμβάνω πραγματικά την βροχή. Τον ήχο του νερού που πέφτει με δύναμη στην άσφαλτο σαν να θέλει να την ξεριζώσει.
   Το σόου πίσω από τα κλειστά μου μάτια συνεχίζεται τώρα. Βρέχει και εκεί, αλλά αργά αργά και είναι φωτεινή βροχή. Στην αρχή είναι λευκή και με κάνει να θέλω να ανοίξω τα μάτια μου, αλλά κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να γίνει. Το λευκό αλλάζει, δίνει και αυτό την θέση του στα άλλα χρώματα. Φώτα, χρώματα, σαν βροχή στα κλειστά μου μάτια και μετά σβήνει και αυτή. Έρχεται πάλι το σκοτάδι. Από τις άκρες των ματιών μου το σκοτάδι καταπίνει τα πάντα και καταλαβαίνω ότι σε λίγο θα κοιμάμαι. Και όμως... κι όμως, λίγο πριν το σκοτάδι να κρύψει τα πάντα ένα μικρό φως αντιστέκεται. Ένα μικρό κίτρινο φως, ίσα που φέγγει αντιστέκεται σε όλο αυτό το σκοτάδι. Αναρωτιέμαι πως μπορεί και η περιέργειά μου διώχνει το σκοτάδι και με κρατάει ξύπνιο αν και με κλειστά τα μάτια. Θέλω να δω τι είναι αυτό το κίτρινο φώς. Ποιος μπορεί να είναι ο σκοπός του και γιατί να θέλει να με κρατήσει ξύπνιο; Το αφήνω λοιπόν να διώξει το σκοτάδι και το παρακολουθώ τώρα να γίνεται διαρκώς και πιο φωτεινό, πιο μεγάλο, μέχρι που δεν υπάρχει τίποτα άλλο πέρα από αυτό. Θολώνω για λίγο, το φως έχει γίνει πια εκτυφλωτικό, τόσο που σκέφτομαι ότι αν είχα ανοιχτά τα μάτια μου θα έπρεπε να τα κλείσω... ίσως χρειαζότανε να βάλω και τα χέρια μου μπροστά. Δεν αντέχω άλλο και με ρίσκο να τα καταστρέψω όλα, την αρχή ενός υπέροχου ονείρου, ανοίγω τα μάτια μου.
   Το πρώτο πράγμα που αντικρίζω είναι θολά φώτα. Μου παίρνει λίγη ώρα να συνηθίσω και να εστιάσω. Χαίρομαι γιατί δεν έχω τρελαθεί τελείως και είναι όντως φώτα μπροστά μου. Μετά όμως ανησυχώ γιατί είμαι κάπου που δεν γνωρίζω. Μου φαίνεται καινούργιο το μέρος, παρ’ όλα αυτά μια γυναίκα έχει σκύψει από πάνω μου – άρα πρέπει να είμαι ξαπλωμένος – και περνάει ένα φως από το ένα μάτι μου στο άλλο. Προσπαθώ να κοιτάξω γύρω μου, αλλά δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάτι. Είναι σαν τα μάτια μου να έχουν εστιάσει μόνο πάνω στην γυναίκα. Όλα τα άλλα γύρω της είναι θολά. Συνεχίζει να περνάει αυτό το φως μπροστά από τα μάτια μου και αρχίζει να γίνεται εκνευριστικό. Δεν μπορώ να δω ούτε τι φοράει. Είναι τόσο άσπρα όλα που μόνο το πρόσωπό της μπορώ να διακρίνω. Βλέπω το στόμα της να ανοιγοκλείνει. Φαίνεται να μιλάει σε εμένα αν και στα αυτιά μου φτάνει μόνο ένα μουντός ήχος. Μου θυμίζει καλοκαίρι, όταν μικροί προσπαθούσαμε με τον φίλο μου να μιλήσουμε κάτω από το νερό στη θάλασσα και ποτέ δεν τα καταφέρναμε. Το μόνο που καταφέρναμε ήταν να πίνουμε νερό και μετά να βήχουμε και να κοπανάμε ο ένας την πλάτη του άλλου...Και εκείνη μιλάει ακόμη από πάνω μου... τουλάχιστον είχε σταματήσει να παίζει με εκείνο το σπαστικό το φως! Ακόμη όμως δεν μπορώ να καταλάβω τι μου λέει, δεν μπορώ να καταλάβω αν μιλάει όντως σε μένα η σε κάποιον άλλον μέσα στο δωμάτιο που δεν μπορώ να δω γιατί όλα γύρω μου είναι τόσο εκτυφλωτικά άσπρα...